ΑΝΑΣΕΣ
ΚΟΦΤΕΣ
Ανάσες κοφτές, γεμάτες συγκίνηση
χωρίς οξυγόνο χωρίς αφήγηση,
ένα ταξίδι ποιος ξέρει
άραγε η ώρα τι θα φέρει ,
άγνωστη η επιστροφή
ένας αποχαιρετισμός,
πολλές οι ανάσες
χωρίς οξυγόνο,
χωρίς ουσία
κάθε λεπτό.
Ανάσες αέναες, σαν ανάμνηση,
χωρίς ταυτότητα χωρίς λύπηση,
για όσα ταξίδια δεν έγιναν,
άγνωστος ο προορισμός,
σε μια πόλη
ένα σπίτι παλιό,
μία σκάλα σκοτεινή
σε ένα σοκάκι,
για να κουρνιάζουν
τα όνειρα.
Ανάσες ατέλειωτες σε έναν αγώνα
πάλη άνιση με την ζωή στον αιώνα,
η μάχη επιβίωσης κρατεί
και η σκέψη κρατήρας
έτοιμη να εκραγεί,
λάβρα να γενεί
η ανάσα πνίγεται
τίποτα δεν γίνεται
στο παρόν,
δεν υπάρχει.
Ανάσες πνιχτές από την μοίρα,
δυσοσμία του αδίκου καυστήρα,
που στοίχειωσε μέσα μας,
ποιος ξέρει πότε ,
και αν ο χρόνος
δεν μας κουρσέψει,
σε μια στιγμή
σε ένα όνειρο ,
με μια ανάσα
ζωτική,
ίδωμεν.
Xρήστος Νταούλας (Ανέκδοτη συλλογή)