ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ

Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2017

ΚΟΚΚΙΝΑ ΑΣΤΕΡΙΑ





                                                                                                    
    Δάκρυσε απόψε  η ψυχή
   έγειρε το λίγο του λυκόφως
   κόκκινα αστέρια στον ουρανό
   μάτωσες κι εσύ για ένα σ' αγαπώ
   κι έχει συνέχεια η ρωγμή
   που έγινε αιτία κι αφορμή
   να κοπεί στα δύο η καρδιά
   να  σβήσουν όλα μια βραδιά

   Ένα κομμάτι έρωτα χαράς
    εσύ κι αν είσαι εδώ, δεν μιλάς
    ζεις στον  δικό σου  παραλογισμό
    έπαψες να μοιράζεσαι το σ' αγαπώ
    λες ότι έφταιγα εγώ και χαίρεσαι
    που εσύ είσαι εντάξει, έτσι φέρεσαι
    μέσα σου όμως σε πνίγει το εγώ
    κρύβεις μέσα σου θυμό κι απορώ

    Πώς σκίρτησε η καρδιά μου πως
    σ' αγάπησα κι έφυγες σαν εχθρός
    δεν μπορώ να ξεχάσω αυτό που ζω
    είναι εφιάλτης η ένα μαύρο πρωινό
    ζω με αναμνήσεις στο μυαλό μου
    σαν να είμαι ναυαγός, στον εαυτό μου
    κόκκινα αστέρια στον ουρανό
    μάτωσε κι απόψε το βραδινό

   Κόκκινα αστέρια στον ουρανό 
    έδωσαν χρώμα στo γιαλό
   που δεν έχω λόγια να πω να φωνάξω
   τίποτα να σκεφτώ για να γράψω
   κάποιες στιγμές παγώνει ο χρόνος
   νομίζεις ότι κανείς δεν είναι μόνος
   αλλά υπάρχουν μοναξιές που μιλάνε
   και αγάπες που τα λόγια ξεχνάνε.

   
Χρήστος Λ. Νταούλας από συλλογή "Ερώτων και Ψυχής"


         
             
      

ΤΑ ΤΕΙΧΗ



Η γοητεία μας είναι είναι οι αντιθέσεις μας
οι απογοητεύσεις μας είναι οι φόβοι μας
η ελπίδα μας είναι η αισθητή διαφορά μας
τα θέλω μας είναι τα ψηλά τείχη μας.
Τα πιστεύω μας τα αποφάσισαν άλλοι
η ψυχή μας είναι όμως μία ακέραιη,
κάνε να ξημερώσει ο ήλιος να φανεί
έλα να σβήσει το μαύρο απ' την ψυχή
ας πάμε δυο βήματα εμπρός, κανένα πίσω,
μην ακούς του κόσμου τις φοβέρες
σβήσε τι σ' ενοχλεί τις νύχτες τις μαγεύτρες,
διάβασε μόνος σου το πεπρωμένο,
χτύπα την ρόδα της ζωής, το γραμμένο,
να σε δω ψηλά σαν τον λευκό τον αετό,
να κοιτάζεις προς την γη προς το γκρεμό,
που μπόρεσες κι έγινες αητός εκεί ψηλά,
κι απόφυγες τα βράχια τα κοφτερά.
Τώρα τα τείχη δεν σε πληγώνουν πια
μπόρεσες και πέταξες εκεί ψηλά
που ο νους του ανθρώπου ταξιδεύει
η πληγωμένη η καρδιά του αλαφραίνει.

 Χρήστος Λ. Νταούλας από συλλογή "Ερώτων και Ψυχής"