ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ

Παρασκευή 3 Μαρτίου 2017

ΘΑΛΑΣΣΑ



      
         

         

                                                                                                                            
         
          Πρωινή  λαδωμένη θάλασσα  σε κοιτάζω
          πόσα μυστικά έχεις να μου εκφράσεις
          στο ακρογιάλι που σε κοιτώ και φαντάζω
          τι άραγε και να μου πεις  δεν θα ξεχάσεις

         
          Πόσες άραγε ψυχές όπως εγώ σε είδαν
          καπετάνιοι, ναυτικοί  γύριζαν τον κόσμο
          κι όταν τα κύματα  σαν γλώσσες βγαίναν
          πόσες μάνες τους γιούς περίμεναν στο μόλο

         Πόσα κρύβεις στο πράσινο βαθύ σου χρώμα
         πλοία και τιτανικοί  είναι 'κει κρυμμένοι
         γοργόνα  του Μεγαλέξανδρου ζει  ακόμα
         για τον Γενναίο στρατηλάτη είναι θλιμμένη

        Ναυαγοί και πειρατές παντού στα πέρατα
        της θάλασσας που απλώνεται πέρα ως πέρα
        τα βαθυγάλανα νερά διασχίζουν τα κύματα
        Θεός ο Ποσειδώνας  τρίαινα  και φοβέρα

        Κι όταν έρχεται  σούρουπο και ηλιοβασίλεμα
        ο Ήλιος με το πορτοκαλί του φως σαν χάδι,
        φωτίζει τα νερά σου, μαγεύεις  σαν ονείρεμα,
        και στο λυκόφως του γιαλού έρχεται το βράδυ

        Νύχτωσε με τις σκέψεις μου,ήρθε το φεγγάρι                                         
        ολόγιομο σαν ασημικό στον ουρανό περνά
        ξεπρόβαλλε  μέσα από τη δική σου χάρη
        πόσοι  έρωτες γεννήθηκαν, πάλι  ξαναπερνά

        Τούτα τα λόγια έγραψα για σένα θάλασσα
        δεν ξέρω σαν απόψε που είμαι εδώ
        αν μου είπες  όλα τα μυστικά, και πόσα
        ακόμα θα έρχομαι να σε αφουγκραστώ 

        Θάλασσα μάγισσα εσένα πάντα θα θαρρώ
        το χρώμα του ουρανού καθρεπτίζεις
        σαν πιάνει τρικυμία είσαι άγριο θεριό
        σαν έχεις μπουνάτσες δεν με φοβίζεις.    

        
    Χρήστος Λ. Νταούλας από συλλογή "Ερώτων και Ψυχής"

ΟΙ ΛΥΚΟΙ


            
                                      

Όλα αλλάζουνε κι όλα ρημάζουν
κι οι λύκοι πλέον δεν ουρλιάζουν
κάποιες φορές μελαγχολείς
δεν ξέρεις αύριο τι θα δεις

Βάρκες ονείρων βουλιάζουν
κι όσα πλέον ζεις όλα τρομάζουν
όρνεα γύρω μας κυκλώνουν
και τον ουρανό μας αμαυρώνουν

Έρχεται η ώρα που στενάζεις
και θλίψη από σένα βγάζεις
δύο στεναγμούς κι ένα δάκρυ
εξήγηση να βρεις μιαν άκρη

Όμως όλοι έπαψαν να μιλούν
δεν έχουν άλλωστε τι να πουν
όταν νεκρώνουν οι ψυχές
τότε το τέλος ήρθε χθες

Και ξεραίνονται οι καρδιές
όταν ζουν χωρίς ψυχές
διάφανο αίμα πια δεν έχουν
και στο κρύο δεν αντέχουν

Όλα άλλαξαν,ναι άλλαξαν     
κι ας μην μπορείς να τα δεις
θα 'ρθει η ώρα που δεν θα ξέρεις
από ποιόν να προφυλαχτείς

Είναι οι λύκοι πεινασμένοι
και πρέπει να ναι χορτασμένοι
μόνο έτσι δεν ουρλιάζουν
μόνο όταν μας σπαράζουν.

Χρήστος Λ. Νταούλας από συλλογή "Ερώτων και Ψυχής"